Δημοσιεύουμε σήμερα ολόκληρη την συνέντευξη – ποταμό – του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, που παραχώρησε στον ραδιοφωνικό σταθμό City 99,5 και στους δημοσιογράφους Μανώλη Κοττάκη και Γιάννη Προβή.
Στην αποκαλυπτική του συνέντευξη, ο επίτιμος πρόεδρος της Ν.Δ. θυμάται την εποχή της 28ης Οκτωβρίου 1940, τις συνθήκες εκείνης της εποχής, καταθέτει τα προσωπικά του βιώματα και τις μνήμες του, αναλύει τις πολιτικές συγκυρίες που επικρατούσαν τότε και μετέπειτα.
Βεβαίως, ο πρώην πρωθυπουργός ρωτήθηκε και για την σημερινή κατάσταση, με την κρίση στην οικονομία και τον κίνδυνο να μπει η Ελλάδα σε μια περίοδο ακυβερνησίας, λόγω της μη επίτευξης αυτοδυναμίας. Ο Κ. Μητσοτάκης στη ραδιοφωνική του συνέντευξη, επισημαίνει ότι στη δύσκολη οικονομική συγκυρία, τα λεγόμενα κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων δεν σημαίνει ότι είναι ιερά και απαραβίαστα. Μάλιστα, σημείωσε χαρακτηριστικά πως όταν δεν υπάρχουν χρήματα οι πάντες πρέπει να προετοιμαστούν.
Τέλος, ο κ. Μητσοτάκης τάσσεται υπέρ κυβερνήσεων με δυνατή αυτοδυναμία, λέγοντας ωστόσο πως δεν υπάρχουν τέλειες κυβερνήσεις, ενώ έκρουσε τον κώδωνα μπροστά σε ένα ενδεχόμενο ακυβερνησίας της χώρας.
Το πλήρες κείμενο της πολύ ενδιαφέρουσας συνέντευξης του πρώην πρωθυπουργού, είναι το ακόλουθο:
Μανώλης Κοττάκης: «Σήμερα έχουμε την χαρά και την τιμή να φιλοξενούμε στον City 99.5 τον επίτιμο πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, τον κύριο Μητσοτάκη, πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος θα μας μιλήσει για εκείνες τις εποχές, για την 28η Οκτωβρίου. Γεια σας κύριε πρόεδρε.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: « Καλησπέρα κύριε Κοττάκη.»
Γιάννης Προβής: « Καλησπέρα κύριε πρόεδρε.».
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Καλησπέρα κύριε Προβή.»
Μανώλης Κοττάκης: «Που σας βρήκε η 28η Οκτωβρίου και με ποιους ήσασταν;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: « Η 28η Οκτωβρίου με βρήκε στη σχολή εφέδρων αξιωματικών Σύρου. Είχαμε μόλις καταταγεί. Δεν είχαν περάσει δεκαπέντε μέρες και ακούσαμε τις καμπάνες να χτυπούν στη Σύρο, ο πόλεμος και η εισβολή είχαν αρχίσει. Όπως καταλαβαίνετε, για μας ήταν μια δραματική αλλαγή σκηνικού. Τον περιμέναμε βέβαια τον πόλεμο, αλλά άλλο να περιμένεις και άλλο να έρχεται. Από εκεί και πέρα τα πράγματα γίνανε πιο σκληρά, πιο δύσκολα, η εκπαίδευσις έγινε πιο εντατική, για να μπορούμε να πάμε εγκαίρως στο μέτωπο, να προλάβουμε. Προοριζόμασταν όλοι για διμοιρίτες, για έφεδροι ανθυπολοχαγοί, ανθυπασπιστές μάλιστα ονομαζόμασταν τότε σε πρώτη φάση,… να πάρουμε διμοιρία στη πρώτη γραμμή του μετώπου. Τότε στην Σύρο είχανε μαζευτεί πάρα πολλοί, ήταν θα’ λεγα ο ανθός της ελληνικής νεότητας της εποχή εκείνης, γιατί όλοι οι πτυχιούχοι του πανεπιστημίου, όπως επίσης και οι απόφοιτοι των ακαδημιών, των δασκαλικών ακαδημιών, πήγαιναν έφεδροι αξιωματικοί. Κανένας άλλος τελειόφοιτος γυμνασίου δεν πήγαινε, και ήμασταν τετρακόσιοι πενήντα άνθρωποι.»
Γιάννης Προβής: «Να θυμηθούμε κάποιους από αυτούς κύριε πρόεδρε;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Ναι. Νομίζω είχαμε πολλούς τότε. Ο Κώστας Δεσποτόπουλος, ας πούμε, ο ακαδημαϊκός, ο οποίος με κάποια καθυστέρηση, γιατί είχε πάρει μερικές αναβολές, ήταν μαζί μας. Ο Γρηγόρης Λαμπράκης, γιατί είχαμε και γιατρούς. Η σχολή είχε δύο κομμάτια: τους λίγους, που ήταν οι γιατροί και τους πολλούς, που ήμαστε εμείς οι υπόλοιποι. Και σα γιατρός, ο Γρηγόρης ο Λαμπράκης, ήταν μάλιστα και αρχηγός του τρίτου λόχου, στον οποίον ήμουνα εγώ και πολλοί άλλοι επώνυμοι άνθρωποι.»
Μανώλης Κοττάκης: «Μαθαίνατε και εμβατήρια τότε;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «(γέλιο)…Κοίταξε ήταν σκληρή εποχή, πολύ σκληρή. Μεγάλες οι ελλείψεις, αλλά δεν μας έκανε τίποτα εντύπωση. Τίποτα δεν μας ένοιαζε. Σκέψου ότι εγώ πήγα στην σχολή και κατετάγην. Πήγα με κάποια καθυστέρηση ούτως ή άλλως ήτανε δύσκολα να βρεθούν ρούχα στο μπόι μου. Εγώ 1.92 τότε, ήμουνα ίσως ο μόνος τότε - γιατί τώρα τα πράγματα άλλαξαν- τόσο ψηλός, δεν βρήκα ρούχα. Το αποτέλεσμα είναι ότι μου δώσανε κάτι καλοκαιρινά που είχαν εκεί, τα οποία έμπαζαν απ’ το κρύο μάλλον, παρά σε προστάτευαν αφού ήταν σαν τσόχα, ήταν σαν λινό, ένα αμπέχονο και ένα παντελόνι. Δεν είχα κάλτσες μάλλινες, δεν είχα τίποτα μάλλινο πάνω μου, δεν είχα παλτό, και πέρασα έτσι όλο αυτό το δύσκολο και σκληρό χειμώνα. Το πρωί που πηγαίναμε ξημερώματα στα γυμνάσια, απάνω με το παγωμένο βοριά της Σύρου, έκανα γυμνάσια χωρίς να έχω τίποτα μάλλινο πάνω μου. Τρώγαμε δύσκολα, βέβαια, και άσχημα και προετοιμαζόμαστε όλοι.»
Γιάννης Προβής: «Κύριε Πρόεδρε το περιμένατε αυτό να γίνει;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Ποιο;»
Γιάννης Προβής: «Εκεί, τον πόλεμο.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Τον πόλεμο τον περιμέναμε. Κοίταξε, εκείνη την εποχή ήτανε το ’39. Το ’38 ήδη, το καλοκαίρι του ’38, πριν να γίνει η εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία, περνούσαμε ατέλειωτες ώρες εμείς οι νέοι, εκείνης της εποχής, που μας απασχολούσε το πρόβλημα: που πάει ο κόσμος. Ήτανε μια καμπή για την ανθρωπότητα, την οποία αισθανόμαστε. Δεν ήταν μόνο το πρόβλημα του πολέμου. Ήτανε και το πρόβλημα των ολοκληρωτικών καθεστώτων: ο κομμουνισμός από τη μια μεριά, αλλά προπαντός ο φασισμός και ο εθνικοσοσιαλισμός στην Γερμανία του Χίτλερ, η οποία μεγάλωνε και δυνάμωνε με απίστευτους ρυθμούς. Και βλέπαμε τον πόλεμο να ’ρχεται. Ατέλειωτες συζητήσεις τα βράδια ίσα με τα ξημερώματα. Οι νέοι εκείνης της εποχής περιμέναμε πλέον τι θα γίνει με την Ελλάδα - Πότε θα μπει και η Ελλάδα στον πόλεμο;-. Ήμαστε προετοιμασμένοι ψυχολογικά. Τον περιμέναμε τον πόλεμο.»
Μανώλης Κοττάκης: «Κύριε Πρόεδρε εσείς μετά τη Σύρο, πήγατε Μακεδονία και μετά οργανωθήκατε»;
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Εκείνο το οποίο θέλω να σου πω, είναι το εξής: η ψυχολογία εκείνης της εποχής ήτανε τελείως αλλιώτικη. Τα παιδιά που ήτανε στη σχολή, ήτανε πολλοί από αυτούς πολύ καλομαθημένοι. Θα σου έλεγα, καλόπαιδα της Αθήνας, με πλούσια σπίτια, με όλες τις ανέσεις. Κανένας δεν παραπονέθηκε για το φαγητό, κανένας. Κανένας δεν παραπονέθηκε και για τις δυσκολίες. Προσαρμοστήκαμε όλοι απόλυτα. Ετρώγαμε…εκείνη την εποχή η Σύρος, προμήθευε τα λαχανικά της Αθήνας και υπήρχαν πολλά λάχανα. Κάναμε λαχανοπίλαφο, μαπόρυζο, όπως το λέγαμε. Έβλεπες το βράδυ, την ώρα που μας σερβίρανε, να σε σερβίρει και μαζί με το κουτάλι και με το ρύζι και με το λάχανο, να δεις και μια μεγαλοπρεπή κάμπια, τεράστια σαν ένα δάχτυλο. Ε, στην αρχή πετούσες το πιάτο, τη δεύτερη φορά, την τρίτη, έβγαζες την κάμπια και έτρωγες το φαγητό.»
Μανώλης Κοττάκης: «Άντεχες.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Δεν υπήρχε πρόβλημα.»
Μανώλης Κοττάκης: «Κύριε Πρόεδρε;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Και το πιο σημαντικό, ξέρεις τι είναι; Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, να φύγουμε για το μέτωπο, ξέραμε πως πηγαίναμε. Ήταν πλέον… Οι γιατροί φύγανε πρώτοι. Ο Γρηγόρης Λαμπράκης έφυγε Γενάρη. Εμείς φύγαμε ένα – ενάμιση μήνα μετά. Κοντά στο τέλος του πολέμου, δηλαδή, φτάσαμε στο μέτωπο. Αλλά ήτανε χαρακτηριστικό ότι κανένας από τους πεντακόσιους τόσους, που είπα, δεν ρώτησε που θα πάμε. Κανένας. Ήμασταν έτοιμοι να πάμε όπου μας έλεγαν. Εγώ πήρα εντολή δεύτερο κινητό έμπεδο. Δεν ήξερα που είναι το έμπεδο…».
Μανώλης Κοττάκης: «Και που ήτανε τελικά;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Ήτανε τελικά στην Καστοριά και από ΄κει στο γερμανικό μέτωπο. Μας έδωσαν τότε και κοστούμι, τότε και ράψαμε και την πρώτη στολή, πλέον, ανθυπασπιστού. Κανονικά ντυμένος έφτασα πάνω στο μέτωπο, το οποίο όμως έσπασε, έσπασε γρήγορα μετά την άφιξή μου.»
Μανώλης Κοττάκης: «Να έρθουμε τώρα λίγο στην Κρήτη, κύριε Πρόεδρε. Εσείς…;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Γύρισα πίσω, μπορώ να σου πω, και γύρισα πίσω υπό δραματικές συνθήκες. Περπάτησα όλη την Ελλάδα κατά μήκος. Πέρασα όλα τα βουνά, της Πίνδου, τ΄ Άγραφα, τα Βαρδούσια. Κατέβηκα από την Ερατεινή στο Αίγιο και από ‘κει, υπό δραματικές συνθήκες, έφτασα τελικά και κατέληξα σ’ ένα χωριό της Πελοποννήσου, στο Βέλο Κορινθίας, αποκομμένος από την Κρήτη. Στη Κρήτη πήγα πολύ αργότερα. Πήγα ένα χρόνο αργότερα, γιατί δυστυχώς δεν πρόλαβα να γυρίσω εκεί.»
Μανώλης Κοττάκης: «Εκεί δραστηριοποιηθήκατε στην Εθνική Οργάνωση Κρήτης, στην ΕΟΚ;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Εκεί δραστηριοποιήθηκα στην Αντίσταση. Αυτό είναι μια μεγάλη ιστορία. Αυτό που θέλω να σου πω και θα το τονίσω ιδιαίτερα: η ψυχολογία του λαού. Πρώτον ο λαός τότε ήταν ενωμένος. Ήταν ενωμένος στην θέση που επήρε. Την απόφαση την πήρε, φυσικά, η κυβέρνηση με τον Μεταξά. Ο Μεταξάς είπε το ΟΧΙ, αλλά εξέφρασε ένα λαό ενωμένο΄ ένα λαό προετοιμασμένο για τον πόλεμο. Ήταν πράγματι προετοιμασμένη η Ελλάδα. Από αυτή την πλευρά, η συμβολή του Μεταξά ήταν αξιόλογη και πρέπει να του αναγνωρισθεί. Αλλά το πιο σημαντικό ήταν το ηθικό, το υψηλό ηθικό. Και στη συνέχεια, αυτό που είναι πάντοτε σίγουρο είναι ότι ο ελληνικός λαός δεν παραδόθηκε, νικήθηκε αλλά δεν παραδέχτηκε την ήττα του, δεν παρεδόθη, δεν αναγνώρισε τον κατακτητή. Δηλαδή περάσαμε από τον πόλεμο στην Αντίσταση, χωρίς να υπάρχει ενδιάμεσο. Δεν περιμέναμε ν’ αρχίσουμε την Αντίσταση, να’ ρθούν καινούργια γεγονότα. Το γεγονός αυτό που λέω, ισχύει για όλη την Ελλάδα. Αν θέλεις, ισχύει ειδικότερα για την Κρήτη, την πατρίδα μου, την ιδιαίτερη πατρίδα μου.»
Μανώλης Κοττάκης: «Να μείνουμε λίγο στην Κρήτη. Εσείς καταδικαστήκατε δις εις θάνατον.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Εγώ μετείχα στην Αντίσταση. Την πρώτη φορά συνελήφθην και δικάστηκα σε θάνατο. Πήρα χάρη από τον Μπρόγερ, τον τότε Γερμανό στρατηγό, επ’ ευκαιρία της εθνικής εορτής, στις 25 Μαρτίου του 1944, μαζί με αρκετούς άλλους Έλληνες. Μας έδωσε χάρη. Και στη συνέχεια, έμεινα, αρνήθηκα να πάω στη Μέση Ανατολή, όπως πιεστικά με παρότρυναν οι πάντες, ακόμα και οι κομμουνιστές, με τους οποίους συνεργαζόμασταν τότε και οι σύμμαχοι τότε, βεβαίως, μου το ζητούσαν, γιατί εκινδύνευα πολύ, ήμουνα ο πρώτος στόχος.»
Μανώλης Κοττάκης: «Πως νιώθατε τότε κάθε φορά που ερχόταν το εκτελεστικό απόσπασμα μέσα στην φυλακή;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Κοίταξε, είναι μεγάλη ιστορία, Μανώλη. Όποιος έχει περάσει από το κελί των μελλοθανάτων, ξέρει την ψυχολογία του νέου ανθρώπου, που δεν μπορεί εύκολα να συμφιλιωθεί με τον θάνατο, αλλά που ταυτόχρονα είναι αποφασισμένος να πεθάνει όρθιος. Εγώ θυμάμαι – και θα σου περιγράψω μόνο μία σκηνή γιατί είναι ατέλειωτες ιστορίες αυτές – τα βράδια, είναι στην πρώτη φυλάκιση, που ήτανε και η πιο σκληρή, που ήμουνα σε απόλυτη απομόνωση, αυτό που οι Γερμανοί λέγανε «einzelhaft». Δηλαδή, σε βάζανε σε ένα κελί μέσα, το οποίο ήτανε μικρό, είχε μέσα και τουαλέτα και τρεχούμενο νερό, αλλά δεν είχες, δεν μπορούσες να μιλήσεις με κανέναν. Δε σου δίνανε το δικαίωμα να έχεις βιβλίο, δεν μπορεί να είχες μολύβι, δεν είχες ρολόι. Εζούσες μέσα σε έναν εφιάλτη. Οι ώρες τρέχανε. Έχανες τις ώρες, τις μέρες. Τρελαινόσουν. Ήτανε μια δεινή δοκιμασία. Εκεί το βράδυ, ξημερώματα, ερχότανε το εκτελεστικό απόσπασμα για τις εκτελέσεις. Θα σου διηγηθώ μόνο αυτή τη σκηνή: Ήμαστε στην Αγιά - η Αγιά είναι στον κάμπο των Χανίων. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν σπίτια γύρω. Ήτανε έρημη περιοχή. Εγώ κοιμόμουνα τα βράδια κανονικά. Μάλιστα, είχα πάθει τύφο πρωτύτερα. Είχα αδυνατίσει. Ήμουνα εβδομήντα πέντε κιλά και είχα χάσει τα δώδεκα και είχα σηκωθεί εξήντα τρία κιλά, 1,92 – φαντάσου τα χάλια μου. Αλλά παρά ταύτα στη φυλακή μέσα άντεχα κι είχα κανονίσει, έτσι για να μην τρελαθώ, την ώρα που έσβηνε το φως, στις οχτώ η ώρα κοιμόμουνα και μέχρι την άλλη μέρα το πρωί στις οχτώ. Όταν όμως γινόταν εκτέλεση, άκουγα το μουγκρητό των φορτηγών αυτοκινήτων, που έφερναν το απόσπασμα από την πόλη στην ησυχία της νύχτας και ξυπνούσα. Και ντυνόμουν και περίμενα πίσω από την πόρτα..»
Μανώλης Κοττάκης: «Μην τυχόν …;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Άκουγα το απόσπασμα να ανοίγει την πρώτη σιδερένια πόρτα, τη δεύτερη σιδερένια πόρτα. Μετά τις μπότες απάνω στο λιθόστρωτο – ήτανε τσιμέντο κάτω, δεν υπήρχε ξύλο και περίμενα ποια πόρτα θα ανοίξει.»
Γιάννης Προβής: «Κύριε Πρόεδρε, αν μου επιτρέπετε…»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Όταν δεν άνοιγε η πόρτα, γύριζα, γδυνόμουνα και κοιμόμουνα ίσα με το πρωί.»
Μανώλης Κοττάκης: «Με την παροιμιώδη ψυχραιμία σας.»
Γιάννης Προβής: «Κύριε Πρόεδρε, αν μου επιτρέπετε και μένα μια ερώτηση. Επειδή μας περιγράφετε πάρα πολύ δύσκολα χρόνια, τώρα πια με την απόσταση που μας χωρίζει, πόση αλήθεια είναι ότι η πολιτική και η αστική ελίτ της εποχής δεν αντιστάθηκε όσο έπρεπε και ότι ο λαός έκανε την αντίσταση;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: « Α, για τότε…κοίταξε για τότε…»
Γιάννης Προβής: «Ότι ήτανε αρκετοί , που φοβήθηκαν και έφυγαν.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, ότι τότε ο πολιτικός κόσμος δεν ανταποκρίθηκε.»
Γιάννης Προβής: «Δεν ανταποκρίθηκε, μάλιστα.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Δεν ανταποκρίθηκε και για αυτό τη σκυτάλη της Αντίστασης την πήρε το Κομμουνιστικό Κόμμα και είναι προς τιμήν του. Διότι αυτό άρχισε την Αντίσταση και έκανε και την πήρανε και ορισμένα μεμονωμένα άτομα…»
Γιάννης Προβής: «Ε, ασφαλώς, του ευρύτερου, δημοκρατικού κεντρώου χώρου.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: « Ορισμένοι αξιωματικοί και… Εμείς στα Χανιά είχαμε ειδικές συνθήκες, πρώτον, διότι η ηγεσία, η τοπική του νομού, έλειπε. Τα Χανιά ήταν η μόνη περιοχή που έγινε κίνημα εναντίον του Μεταξά, το καλοκαίρι του 1938. Αρχηγός ήταν ο Αριστομένης Μητσοτάκης, αδελφός του πατέρα μου, και ήταν μαζί και ο Μανούσος Βολουδάκης, ο Μανώλης Μπαλτατζής, ο Γιάννης Μουντάκης και πολλοί άλλοι. Όλοι περίπου οι πολιτικοί της εποχής εκείνης, οι οποίοι τελικά κατέφυγαν εξόριστοι στην Κύπρο, από όπου ο θείος μου δεν γύρισε ποτέ. Και έτσι εβρέθηκαν και ορφανά τα Χανιά από ηγεσία. Και πήραμε τη σκυτάλη εμείς, μερικοί νέοι της εποχής, οι οποίοι οργανώσαμε και επανδρώσαμε την Εθνική Αντίσταση, με μερικούς από τους παλαιότερους. Και έτσι φτιάξαμε μια εθνική οργάνωση, η οποία παράλληλα προς το ΕΑΜ κινήθηκε αποφασιστικά και είχε πάρα πολλή δραστηριότητα. Και δημιούργησε και συνθήκες ισορροπίας. Το γεγονός ότι στην Κρήτη δεν είχαμε εμφύλιο πόλεμο οφείλεται και εις την ψυχολογία των Κρητών, - εμείς οι Κρητικοί έχομε τον συγκρητισμό, την βεντέτα, αν θέλεις, δύσκολα φτάνουμε στα άκρα – αλλά προπαντός στο ότι υπήρχε μια ισορροπία δυνάμεων και ένα αίσθημα ευθύνης υψηλό. Και καταφέραμε και αποφύγαμε τον εμφύλιο πόλεμο στην Κρήτη.»
Μανώλης Κοττάκης: « Κύριε Πρόεδρε, μα είπατε πριν ότι ένα από τα κυρίαρχα ερωτήματα το ’39 ήταν: που πάει ο κόσμος, πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Αλλά αυτό το ερώτημα υπάρχει και στις μέρες μας.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Όχι ακριβώς. Περνάμε δύσκολους καιρούς, με τη διεθνή κρίση, και τώρα αλλά δεν έχει καμιά σύγκριση η μια εποχή με την άλλη. Σήμερα τα πράγματα είναι τελείως ξεκαθαρισμένα στον κόσμο. Σήμερα το πρόβλημα είναι ότι το σύστημα, το οικονομικό, το φιλελεύθερο, η παγκοσμιοποίηση, η ελεύθερη οικονομία, η οποία κυριάρχησε οριστικά: δεν συζητείται ότι κατά βάση είναι το μόνο σύστημα, το οποίο μπορεί να οδηγήσει την ανθρωπότητα σε πρόοδο και ευημερία. Αλλά επέρασε από δοκιμασία. Έγιναν λάθη και περνούμε μια μεταβατική εποχή, που είναι ανάγκη να γίνει προσαρμογή.»
Γιάννης Προβής: «Τι δεν πήγε καλά, κύριε Πρόεδρε; Τι δεν πήγε καλά σε αυτό το φιλελεύθερο … Ναι παρακαλώ.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Αυτό που χρειάζεται σήμερα, είναι να καταλάβει ο ελληνικός λαός, ότι ζούμε μια δύσκολη εποχή. Και ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι μας αρέσει. Ότι επειδή θέλουμε, έχουμε κεκτημένα δικαιώματα, όπως λέμε, και μαχόμαστε, δεν σημαίνει ότι τα κεκτημένα δικαιώματα είναι ιερά και απαραβίαστα. Όταν δεν έχεις χρήματα, όταν χάνεται ο κόσμος ολόκληρος, όταν η Ελλάδα φτάνει σε μια δύσκολη καμπή, οι πάντες πρέπει να προετοιμαστούνε. Το πνεύμα δηλαδή της εποχής εκείνης καλό είναι λιγάκι σιγά –σιγά, να ξαναγεννιέται και σ’ αυτή την εποχή και σε αυτόν τον τόπο, όπου κακομάθαμε. Γινήκαμε πολύ εγωιστές και πολύ απαιτητικοί. Αυτό είναι το συμπέρασμα, στο οποίο εγώ φτάνω.»
Γιάννης Προβής: «Εσείς κύριε Πρόεδρε, ως κλασσικός φιλελεύθερος , έτσι και μετά από τόσες εμπειρίες, τόσα χρόνια, αισθάνεστε ότι κάτι πρέπει να διορθώσετε σ’ αυτόν τον φιλελευθερισμό; Δηλαδή αυτή η κρίση, τι δίδαγμα δίνει στους πολιτικούς και στους οικονομικούς αναλυτές;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Κοίταξε, ο φιλελευθερισμός δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κανόνες. Έπρεπε να υπάρξουν εγκαίρως κανόνες για να αποφευχθούν ορισμένες ακρότητες, οι οποίες οδήγησαν σε αυτήν την κρίση. Και βεβαίως τώρα θα μπουν κανόνες. Επίσης, ένα άλλο πράγμα: δεν μπορεί ο κόσμος πλέον την εποχή της παγκοσμιοποίησης να κυβερνάται μόνο από ένα κέντρο εξουσίας. Δεν μπορεί η Αμερική να τα θέλει όλα δικά της και να κάνει αυτή μόνη την παγκόσμια πολιτική. Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος ισορροπίας στα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών και τώρα αυτό που χρειάζεται και βλέπεις – και θα γίνει, ελπίζω, είναι μια καινούργια παγκόσμια συμφωνία, που θα βάλει κανόνες γενικής ισχύος και για την Αμερική και για την Ευρώπη, βέβαια, που αποτελεί κεντρικό παράγοντα. Αλλά και για την Άπω Ανατολή, για την Κίνα, για τις Ινδίες, για την Ινδονησία, για την Βραζιλία, για την Αργεντινή, για τις καινούργιες αναδυόμενες αγορές.»
Μανώλης Κοττάκης: «Η Ελλάδα, κύριε Πρόεδρε, πως πρέπει να πολιτευθεί σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία; Έχει ευκαιρίες ή κινδύνους μόνο;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Και ευκαιρίες έχει και κινδύνους, όπως έχουν όλες οι χώρες, έχει και η Ελλάδα. Η Ελλάδα πρέπει με σοβαρότητα να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της. Πρέπει να δει ότι πρέπει να γίνουν προσαρμογές. Δεν είναι δυνατόν να τα θέλουμε όλα δικά μας. Είναι ανάγκη να προσαρμοστούμε προς την πραγματικότητα, που βρισκόμαστε , που στεκόμαστε εν όψει της κρίσης, τι μέτρα είναι αναγκαία και από εκεί και πέρα, αυτό είναι το πρώτο, και το δεύτερο είναι, και με αυτό τελειώνω, γιατί νομίζω είπαμε πολλά. Το δεύτερο, που είναι απολύτως απαραίτητο είναι: δε μπορούμε να επανέλθουμε στην ιδανική εποχή της ενότητας, της ειδυλλιακής ενότητας του λαού, που είχε τότε μόνο ένα στόχο, την εποχή του πολέμου της Αλβανίας ή της γερμανικής Κατοχής. Αλλά, τουλάχιστον, ας σεβαστούμε τους κανόνες της δημοκρατίας, που επιβάλλουν από τη μια μεριά να κάνουμε διάλογο μεταξύ μας και από την άλλη να σεβόμαστε τον νόμο της δημοκρατίας. Αλλιώς κινδυνεύει κοντά σε όλα τα άλλα η Ελλάς να γίνει ζούγκλα.»
Γιάννης Προβής: «Η κυβέρνηση, κύριε Πρόεδρε, τα πάει καλά σ’ αυτή τη συγκυρία; Πώς τη βλέπετε εσείς;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Δεν ήρθα εδώ για να κάνω κριτική της κυβέρνησης. Μιλάμε τώρα για την ιστορία. Και εγώ πιστεύω ότι αυτά τα διδάγματα, τα οποία παίρνουμε είναι πολύτιμα. Και αυτό είναι το δίδαγμα, το οποίον σήμερα χρειάζεται. Και η κυβέρνηση έχει τις αδυναμίες της, όπως όλοι έχουμε τις αδυναμίες μας. Τέλειο δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο. Το ερώτημα είναι πως βγαίνει η Ελλάδα σήμερα από την κρίση. Και δεν βγαίνει όταν ο καθένας θέλει τα δικά του, και όταν δεν υπάρχει μεταξύ μας διάλογος και όταν δεν συμφωνούμε τουλάχιστον εις την βάση ότι κανείς δεν μπορεί να βγαίνει και να λέει ότι, εμένα αυτός ο νόμος δεν μ’ αρέσει και δεν τον εφαρμόζω. Αυτό είναι άρνηση του Συντάγματος, είναι φασισμός, να το ξεκαθαρίσουμε.»
Μανώλης Κοττάκης: « Κύριε Πρόεδρε…»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Αυτό είναι προπαντός που χρειάζεται η Ελλάδα, μεταξύ μας, μια έντιμη κουβέντα και συνεννόηση. Νομίζω ότι επ’ αυτής της πλευράς έχει ο τόπος μας οπισθοδρομήσει.»
Μανώλης Κοττάκης: «Για να κλείσουμε αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση… Δεν θα σας ρωτήσουμε για τα πολιτικά πράγματα. Ωστόσο πάνω από την Ελλάδα, το τελευταίο διάστημα, υπάρχει ένα σύννεφο αστάθειας. Εσείς συμπληρώσατε τις προάλλες ενενήντα χρόνια ζωής, να τα εκατοστήσετε, έχετε ζήσει όλες τις κρίσεις στη χώρα τα τελευταία αυτά ενενήντα χρόνια. Αυτή η αστάθεια, αυτός ο φόβος για την αστάθεια είναι κίνδυνος για την χώρα;»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Κοίταξε, εγώ δεν σου κρύβω ότι όλα αυτά τα πολλά, τα εβδομήντα χρόνια που ουσιαστικά είμαι στον δημόσιο βίο, δεν ξέρω αν βρέθηκα άλλη φορά ενώπιον τέτοιας ανησυχίας, βαριάς ανησυχίας για το τι πρόκειται να γίνει. Πρέπει στην Ελλάδα να σκεφτούμε σοβαρά, που θα πάει ο τόπος μας, διότι η ναι μεν ανθρωπότητα θα βρει το δρόμο της, - δεν υπάρχει αμφιβολία, η Ελλάδα όμως είναι ένας κόκκος άμμου, στην έρημο, μια σταγόνα στον ωκεανό. Κανείς δεν πρόκειται να γυρίσει να δει τι γίνεται για την Ελλάδα, εκτός της Ευρώπης, βέβαια, η οποία μέχρι ενός σημείου θα μάς συμπαρασταθεί. Από εκεί και πέρα υπεύθυνοι είμαστε εμείς για το μέλλον μας. Και πρέπει εγκαίρως να φροντίσομε για το μέλλον μας. Αυτό είναι. Και πρέπει οπωσδήποτε να δούμε τι θα γίνει στην Ελλάδα αύριο. Δεν μπορούμε να παίζουμε και προπαντός εκείνο με το οποίο εγώ θα τελειώσω σήμερα, είναι ένα: Για μένα, ένα είναι το μεγάλο πρόβλημα , η Ελλάς πρέπει να κυβερνάται. Το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδος είναι μην πέσει σε ακυβερνησία. Κυβερνήσεις τέλειες δεν υπάρχουν. Όλες οι κυβερνήσεις έχουν τα ελαττώματα τους και τα προσόντα τους. Καθένας έχει τη δική του προτίμηση. Και εγώ έχω τη δική μου προτίμηση, τελείως ξεκάθαρη και δεν τη κρύβω…»
Αλλά προκειμένου η χώρα να πέσει στην ακυβερνησία, πρέπει όλοι μας να προτιμούμε να έρθει ο πολιτικός μας αντίπαλος με ισχυρή κυβέρνηση, από το να πέσουμε σε ακυβερνησία. Η ακυβερνησία είναι το μόνο πράγμα, το οποίο δεν πρέπει με κανένα τρόπο να υποστεί η Ελλάδα.»
Μανώλης Κοττάκης: «Κύριε Πρόεδρε, ήταν μεγάλη τιμή για μας σήμερα να μιλήσετε στον CITY με αφορμή την ιστορική αυτή αναδρομή για την 28η Οκτωβρίου. Σας ευχαριστούμε παρά πολύ. Καλημέρα κύριε Πρόεδρε.»
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: «Να ΄στε καλά παιδιά.»